Γωβρύου

Γωβρύου
Γωβρύης
masc gen sg (doric)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • Αρτοβαζάνης — (5ος αι. π.Χ.).Ο μεγαλύτερος γιος του Δαρείου από τον πρώτο του γάμο με την κόρη του Γωβρύου. Ήρθε σε σύγκρουση με τον Ξέρξη, τον μεγαλύτερο γιο του Δαρείου από την Άτοσσα, κόρη του Κύρου, για το θέμα της διαδοχής πριν από την εκστρατεία του… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”